Ο σκηνοθέτης που καθιέρωσε το Ελληνικό πορνό



Ο σκηνοθέτης που καθιέρωσε το ελληνικό πορνό και πως βγήκε ο όρος «τσόντες». Πώς περάσαμε από τον «light» ερωτικό κινηματογράφο στις «hard core» ταινίες της εποχής του ΄80.
Σε ένα σινεμά της Λάρισας οι θεατές παρακολουθούσαν την ενδιαφέρουσα ταινία. Ξαφνικά, η ροή της ταινίας διακόπτονταν και στη μεγάλη οθόνη προβάλλονταν σκηνές από σκληρό πορνό. Το εμβόλιμο κομμάτι της ταινίας που εμφανιζόταν ξαφνικά, δεν ήταν τίποτα άλλο από αυτό που έχει μείνει γνωστό ως «τσόντα». Δηλαδή, καρέ άσχετα με την ταινία, τα οποία είχαν προστεθεί με μοντάζ στη μπομπίνα του έργου. Ο τοπικός μύθος λέει ότι ο άνθρωπος που ανακάλυψε και τελειοποίησε την τεχνική της τσόντας και κρατούσε «σούζα τα αλογάκια», ήταν ένας μηχανικός προβολής και κινηματογραφιστής με ιδιόκτητο σινεμά στην πόλη. Έγραψε τη δική του ξεχωριστή ιστορία στο χώρο του ελληνικού πορνό, καθώς γύρισε μεταξύ άλλων ως σκηνοθέτης, θρυλικές πορνό ταινίες της δεκαετίας του ’80 όπως: «Εμείς οι Βλάχοι όπως λάχει», «Το παλαμάρι του βαρκάρη», «Μανωλιός ο μπήχτης» και «Οι πανκς τα κάνουν όλα». Ο Αθανάσιος Κασπίρης ή Νάσος Σπυρής έμεινε γνωστός στο χώρο του σκληρού πορνό ως «Ο Μεγάλος Μπέρτο», κομμένο προσωνύμιο που του έδωσαν από τον διάσημο Ιταλό σκηνοθέτη, Μπερνάντο Μπερτολούτσι.


Ο σκηνοθέτης Όμηρος Ευστρατιάδης και πολλοί άλλοι προσπαθούσαν να κάνουν ταινίες με ερωτικές σκηνές, στις οποίες όμως το γυμνό ήταν ένα μικρό απόσπασμα του έργου, που εξυπηρετούσε την πλοκή του σεναρίου. Οι ηθοποιοί έμεναν σε αυτό που περιγράφεται ως καλλιτεχνικό γυμνό και οι ταινίες ήταν απλά ερωτικές. Γι αυτό στις αποκαλυπτικές σκηνές συμμετείχαν καταξιωμένες ηθοποιοί όπως  η Άννα Φόνσου, η Έλενα Ναθαναήλ, η Ελένη Ανουσάκη, ή η Μπέτυ Αρβανίτη. Η προϋπόθεση ήταν ότι οι ταινίες δεν ήταν πορνό, αλλά κανονικά κινηματογραφικά έργα με σενάριο και αισθησιακές σκηνές. Και όμως υπήρχαν πολλοί που ορκίζονταν ότι είχαν απολαύσει ταινίες του Ευστρατιάδη, στις οποίες είχαν δει τις πρωταγωνίστριες να κάνουν σκληρό σεξ. Τι είχε συμβεί; Οι ταινίες πωλούνταν χωρίς ήχο στο εξωτερικό, όπου η εταιρεία που αγόραζε τα δικαιώματα, έκανε τη μεταγλώττιση. Δεν σταματούσε όμως μόνο εκεί. Όπου έκρινε απαραίτητο, μετά το φιλί των πρωταγωνιστών, έκοβε μέρος της συνέχειας και μοντάριζε νέες σκηνές σκληρού σεξ, στις οποίες όμως δεν φαίνονταν τα πρόσωπα. Στην πραγματικότητα ο θεατής δεν έβλεπε την Ελληνίδα ηθοποιό όπως νόμιζε, αλλά το σώμα μιας Γερμανίδας ή μιας Αγγλίδας που έκανε σεξ και αργότερα εμφανιζόταν η ηθοποιός και πάλι κανονικά στην ταινία.
Τη δεκαετία του  ΄70, τα εισιτήρια που έκοβαν  οι κινηματογράφοι που έπαιζαν τις ελληνικές ερωτικές ή ξένες ταινίες δεν ήταν τόσα πολλά και το κέρδος των αιθουσαρχών ήταν μικρό. Ταυτόχρονα, οι τιμές των ενοικίων σε κεντρικές περιοχές της Αθήνας μαζί με τις διώξεις της αστυνομίας για παράνομη προβολή πορνό, τους «έριξαν» στην αγκαλιά του Μεγάλου Μπέρτο. Ήταν η ώρα να εφαρμόσει την τεχνική που είχε τελειοποιήσει στη Λάρισα και μαζί με τους ιδιοκτήτες να βγάλει χρήματα. Φρόντιζε να παίρνει σκηνές σκληρού πορνό από άλλες ταινίες και να τις «τσοντάρει» στα έργα  που προβάλλονταν νόμιμα. «Αυτός λοιπόν έπαιρνε τις μπομπίνες των ταινιών μου για να τις παίξει και μου έκοβε πολλά κομμάτια που είχαν γυμνά με σκοπό να τα βάζει ως τσόντα σε ξένες πορνό ταινίες που έπαιζε εκείνος», θυμάται ο Όμηρος Ευστρατιάδης. Τη δεκαετία του ’70 σε ορισμένους κινηματογράφους όπως Λίνα, Εύα (που λέγεται ότι του ανήκε), Ολύμπια, Αττικόν και Εσπέρια, οι θεατές έβλεπαν για δύο ή τρία λεπτά σκηνές σεξ. Όταν εισέβαλε η αστυνομία, η μπομπίνα «είχε κάνει φτερά» και ως αθώοι οι μηχανικοί τους έδειχναν μπομπίνες με γουέστερν ή κομεντί που είχαν άδεια προβολής. Ήταν πλέον αργά, καθώς η δουλειά είχε γίνει και τα κέρδη είχαν εκτοξευθεί.
Τη δεκαετία του ΄80, η παραδοσιακή τσόντα στις ταινίες πέρασε στο περιθώριο, ενώ ο ελληνικός ερωτικός κινηματογράφος σημείωνε κάμψη. Τα κασέ των ηθοποιών ήταν μεγάλα και πλέον φοβούνταν ότι θα τους ντουμπλάριζαν με πόρνες, δείχνοντάς τους να κάνουν σεξ. Έτσι ο Μπέρτο βρήκε πεδίον δόξης λαμπρό, για μια νέα δυναμική αρχή στο χώρο του σκληρού πορνό. Υπήρξε ο έντιμος εργάτης αλλά και το απόλυτο αφεντικό της νέας καλτ βιομηχανίας. Δεν χρειαζόταν γνωστά ονόματα για τα γυρίσματα, δεν είχε πολύπλοκο σενάριο με αρχή – μέση – τέλος όπως ο Ευστρατιάδης, δεν ήταν απαραίτητοι οι φωτιστές και οι ηχολήπτες και ήταν έτοιμος να τα δείξει όλα. Έπαιρνε ηθοποιούς του είδους ή πόρνες από οίκους ανοχής, νοίκιαζε σπίτια, έστηνε την κάμερα και… «action»! «Αυτός ο Θανάσης τις έκανε, αυτός, όλες. Κοίταξε, αυτό το παιδάκι, αυτός ο Κασπίρης, τον ενδιέφερε να βγάλει λεφτά, ένα φτωχό παιδί από το Περιστέρι ήταν και έκανε λεφτά. Βοήθησε και τα αδέρφια του, πάντρεψε και τις αδελφές του, εντάξει», θυμόταν ο Ευστρατιάδης. Στο έργα του Μπέρτο έπαιξαν σημαντικοί πρωταγωνιστές του σκληρού πορνό, όπως ο Γκουσγκούνης και η Σπάθη. Οι ταινίες του άφησαν εποχή και δημιούργησαν ένα μύθο γύρω από το όνομά του. Ήταν επίσης ο πρώτος που έφερε στην Ελλάδα, τα Live Sex Show, που έκαναν τους Αθηναίους να συρρέουν μαζικά για τα παρακολουθήσουν. Επειδή πολλοί δεν τον γνώριζαν, έλεγαν ότι τις ταινίες που έκαναν θραύση στα ‘80’ς, τις γύριζε ο σκηνοθέτης Γιάννης Δαλιανίδης που κρυβόταν πίσω από τον όνομα Μπέρτο. Φυσικά αυτό δεν ίσχυε αλλά λίγοι γνωρίζουν αν ένα από τα ονόματα Νάσος Σπύρης, ή Αθανάσιος Κασπίρης ήταν το πραγματικό του ή απλώς ψευδώνυμο.
Οι ταινίες του εκτός από σκληρό σεξ με Έλληνες και Ελληνίδες πρωταγωνιστές είχαν και πρωτότυπο σενάριο. Στην ταινία «Γκ…ολάρα» του 1986 η πλοκή ήταν, πως την παραμονή ενός σημαντικού ποδoσφαιρικού αγώνα, παράγοντας της μιας ομάδας έστειλε τρεις γυναίκες στο ξενοδοχείο όπου ξεκουράζονται οι παίκτες των αντιπάλων. Σκοπός τους ήταν να κάνουν μαζί τους εξαντλητικό σεξ με σκοπό την άλλη μέρα να σέρνονται στο γήπεδο.


Όταν ήθελε μπορούσε να αντικαταστήσει μια δημοφιλή ηθοποιό, που θα ανέβαζε την ταινία με την ομορφιά και την τεχνική της όπως η Τίνα Σπάθη, με μία άλλη που λεγόταν Κατερίνα Σπάθη και ήταν επίσης ταλαντούχα. Ποιος έδινε σημασία στα μικρά ονόματα που ούτως ή άλλως ήταν ψεύτικα; Στα χέρια του έγιναν διάσημοι ταλαντούχοι sex performers όπως: Τίνα Σπάθη, Κώστας Γκουσγκούνης, Τέλης Σταλόνε, Άντζελα Γιάννου, Πέγκυ Σίμου, Κατερίνα Σπάθη, Τζοάννα, Τζίμυ Μπελαρίκε, Νατάσα Βούλγαρη, Νόρα Παππά, Κριστόφ, Παύλος Καρανικόλας, Λία Χατζή, Βίκυ Τζόνσον, Χάρης Μπρούμελ και άλλοι. Το κενό που άφησε όταν αποσύρθηκε από την ενεργό δράση ήταν μεγάλο. Κάθε τίτλος ταινίας του εξαπλωνόταν ως σύνθημα σε όλη την κοινωνία, σε κάθε συζήτηση περί σεξ και έβδομης τέχνης, την οποία προσπάθησε να υπηρετήσει από το δικό του μετερίζι. Πολλές βιντεοκασέτες με τα έργα του θεωρούνται πλέον συλλεκτικές. Η τάξη στην ελληνική βιομηχανία του πορνό κινηματογράφου, αποκαταστάθηκε χάρη στο επιχειρηματικό δαιμόνιο του Σειρινάκη και τις νέες πρωταγωνίστριες όπως η Τζούλια Αλεξανδράτου, που με φιλότιμες προσπάθειες προσπάθησε να βγάλει το χώρο από την ανυποληψία ετών. Η φημολογία που αναπτύχθηκε πάντως, γύρω από το μύθο του Μπέρτο ήταν μεγάλη και για ένα διάστημα ακουγόταν ότι γύριζε πορνό ταινίες στη Γαλλία, με το όνομα Jeremy Silver. Έγκυρες πηγές πάντως ανέφεραν ότι τα τελευταία χρόνια που αποσύρθηκε, διατηρούσε κατάστημα επίπλων κάπου στην Αθήνα.  Μερικές από τις  ταινίες που γύρισε και πολλές από αυτές έκαναν και διεθνή καριέρα ήταν: Σεξουαλικά κοκτέιλ στο Σαρωνικό, Μανωλιός ο μπήχτης, Ο νταβατζής της Ομόνοιας, Οι βλάχοι επιμένουν ελληνικά,  Σκύψε ευλογημένη, Ε γιαλέσα, όλα μέσα, Εμείς οι βλάχοι όπως λάχει, Και η πρώτη δασκάλα, Ο ναύκληρος την είχε κοτσονάτη, Οι πανκς τα κάνουν όλα, Πάρτα όλα μωρό μου, Το παλαμάρι του βαρκάρη, Το ψωνιστήρι της Ομόνοιας, Λυπήσουμε πονάω, Ο καβαλλάρης των μανεκέν.

Δεν υπάρχουν σχόλια :

Δημοσίευση σχολίου