Έδειξε την σκοτεινή πλευρά του υποδυόμενος τον κόμη Δράκουλα, αλλά έγινε γνωστός από την διάσημη μαύρη κωμωδία της δεκαετίας του ’90 «Οικογένεια Άνταμς», όπου υποδυόταν τον πατέρα της οικογένειας, Γκόμεζ Άνταμς. Ο λόγος για τον Ραούλ Τζούλια, τον Πορτορικανό ηθοποιό που είχε μια σύντομη αλλά γεμάτη επιτυχίες πορεία, αφού η υγεία του τον πρόδωσε σε ηλικία μόλις 54 ετών. Ο Ραούλ Ραφαέλ Τζούλια γεννήθηκε τον Μάρτιο του 1940 και μεγάλωσε στο Σαν Χουάν, του Πουέρτο Ρίκο. Γονείς του ήταν οι Όλγα Αρσελάυ που ήταν τραγουδίστρια της κλασσικής μουσικής σκηνής και ο Ραούλ Τζούλια, που ήταν ηλεκτρολόγος μηχανικός.
Αποφοίτησε από το Colegio Espíritu Santo, ένα ρωμαιοκαθολικό ιδιωτικό σχολείο, όπου παράλληλα με τις σπουδές του έπαιζε σε όλες τις σχολικές παραστάσεις. Όταν τελείωσε τις σπουδές, συνέχισε να παίζει σε τοπικές παραστάσεις και σε νυκτερινά κέντρα. Εκεί τον ανακάλυψε ο Αμερικανός Όρσον Μπην, που βρισκόταν σε διακοπές στο Πουέρτο Ρίκο, λέγοντάς του ότι θα ήθελε να τον φέρει στη μεγαλούπολη. Οι γονείς του αιφνιδιάστηκαν από την πρόταση αυτή, αλλά τελικώς συμφώνησαν να τον στηρίξουν. Το 1964 μετακόμισε στο Μανχάταν της Νέας Υόρκης και άρχισε να παίζει σε μικρές παραστάσεις, μέχρι τον Σεπτέμβριο 1968 που εμφανίσθηκε για πρώτη φορά σε θέατρο του Μπρόντγουεϊ, στον ρόλο του Τσαν στην παράσταση «The Cuban Thing».
Οι θεατρικές επιτυχίες ακολουθούσαν η μία την άλλη. Άρχισε να παίζει σε έργα του Σαίξπηρ, όπως το «Δύο κύριοι της Βερόνα», ο «Βασιλιάς Ληρ» και ο «Οθέλος». Το 1978 ο Τζούλια αποδέχθηκε τον πρωταγωνιστικό ρόλο στο θεατρικό έργο «Δράκουλας», όπου πήρε εξαιρετικές κριτικές για την ερμηνεία του. Ταυτόχρονα έπαιζε στο «Ημέρωμα της στρίγγλας», με συμπρωταγωνίστρια της Μέριλ Στριπ. Αρχικά οι σχέσεις τους, ήταν αρκετά τεταμένες και υπήρχαν συνεχώς αντιδικίες. Αλλά πολύ σύντομα η σχέση οργής μετατράπηκε σε σχέση στενής φιλίας, μέχρι και το τέλος της ζωής του. Καθώς γινόταν όλο και πιο γνωστός στο Μπρόντγουεϊ, του έγινε η πρόταση να εμφανισθεί τηλεόραση.
Έπαιξε σε δύο τηλεοπτικές σειρές την σαπουνόπερα «Love of Life» και την παιδική σειρά «Σουσάμι άνοιξε». Μετά το θέατρο ακολούθησαν αρκετές κινηματογραφικές επιτυχίες. Ένας από τους καλύτερους ρόλους της καριέρας του, ήταν ένας παθιασμένος πολιτικός κρατούμενος, τον οποίο υποδυόταν στην ταινία «Το φιλί της γυναίκας αράχνης» το 1985. Το 1989 έπαιξε μαζί με τον Άντονι Κουίν στη βιογραφική ταινία για τον Αριστοτέλη Ωνάση όπου υποδύθηκε τον ρόλο του ομώνυμου κροίσου, και ταυτόχρονα υποδύθηκε τον δολοφονηθέντα αρχιεπίσκοπο του Ελ Σαλβαδόρ Όσκαρ Ρομέρο στην ομώνυμη ταινία, η οποία απαγορεύθηκε στη χώρα αυτή από την κυβέρνησή της. Για τη δραστηριότητά του κατά τα έτη 1987-1989, ο Ραούλ Τζούλια τοποθετήθηκε στην κορυφή του καταλόγου των «Πιο πολυάσχολων ηθοποιών του Χόλυγουντ» από το περιοδικό «Variety». Παράλληλα είχε μεγάλη φιλανθρωπική δράση, στον παγκόσμιο οργανισμό κατά της πείνας «The Hunger Project». Μια φορά τον μήνα δώριζε τρόφιμα σε τράπεζα τροφίμων, διαφήμιζε τον οργανισμό στην τηλεόραση και στο ραδιόφωνο, και έκανε τον αφηγητή σε δίγλωσσες παρουσιάσεις του. Το «The Hunger Project» τον αντάμειψε με το «Βραβείο του Παγκόσμιου Πολίτη», ενώ στις 24 Μαρτίου του 1992 τιμήθηκε με το «Βραβείο για το συνειδησιακό θάρρος».
Μια από τις τελευταίες του επιτυχίες ήταν ο ρόλος του Γκόμεζ Άνταμς στις δύο ταινίες «Οικογένεια Άνταμς» που προβλήθηκαν στο κινηματογράφο, το 1991 και 1993, όπου έκαναν τεράστια επιτυχία. Το 1993 διαγνώστηκε με καρκίνο του στομάχου και υποβλήθηκε σε χειρουργική επέμβαση. Μόλις ανάρρωσε και ενώ πίστευε ότι η πορεία της υγείας του πήγαινε καλύτερα, ταξίδεψε στο Μεξικό για τα γυρίσματα της ταινίας «Τhe Burning Season», όπου υποδυόταν τον ρόλο του Τσίκο Μέντες. Για την ερμηνεία του αυτή τιμήθηκε μετά θάνατον τόσο με Βραβείο Χρυσής Σφαίρας και με Βραβείο Έμμυ. Εκεί έπαθε τροφική δηλητηρίαση από σούσι, και μεταφέρθηκε εκτάκτως στο νοσοκομείο του Λος Άντζελες. Μόλις συνήλθε επέστρεψε στο Μεξικό για να συνεχίσει, αλλά είχε χάσει αρκετά κιλά και ήταν σωματικά εξασθενημένος. Παρά την κατάστασή του, δεν το έβαλε κάτω και κατόρθωσε να ολοκληρώσει την ταινία. Τον Οκτώβριο της ίδιας χρονιάς, αφού είχε επιστρέψει πλέον στην Νέα Υόρκη, διακομίστηκε στο νοσοκομείο με οξύ στομαχόπονο, έχοντας ήδη υπογράψει στην επόμενη ταινία του Ρόμπερτ Ροντρίγκεζ «Desperado». Ο ίδιος δεν ανησύχησε ιδιαίτερα. Είχε μάλιστα πάρει το σενάριο μαζί του στο νοσοκομείο για να μελετήσει τον ρόλο του, αλλά η κατάστασή του χειροτέρευσε. Τα σχέδιά του ματαιώθηκαν από αιφνίδιο εγκεφαλικό επεισόδιο, από το οποίο δεν ανάρρωσε ποτέ. Έπεσε σε κώμα για τέσσερις μέρες και την μέρα μάλιστα που ξεκινούσαν τα γυρίσματα του φιλμ, έφυγε από τη ζωή, αναγκάζοντας τους παραγωγούς να τον αντικαταστήσουν την τελευταία κυριολεκτικά στιγμή, αφού υπολόγιζαν πως θα έβγαινε εγκαίρως από το νοσοκομείο.
Αποφοίτησε από το Colegio Espíritu Santo, ένα ρωμαιοκαθολικό ιδιωτικό σχολείο, όπου παράλληλα με τις σπουδές του έπαιζε σε όλες τις σχολικές παραστάσεις. Όταν τελείωσε τις σπουδές, συνέχισε να παίζει σε τοπικές παραστάσεις και σε νυκτερινά κέντρα. Εκεί τον ανακάλυψε ο Αμερικανός Όρσον Μπην, που βρισκόταν σε διακοπές στο Πουέρτο Ρίκο, λέγοντάς του ότι θα ήθελε να τον φέρει στη μεγαλούπολη. Οι γονείς του αιφνιδιάστηκαν από την πρόταση αυτή, αλλά τελικώς συμφώνησαν να τον στηρίξουν. Το 1964 μετακόμισε στο Μανχάταν της Νέας Υόρκης και άρχισε να παίζει σε μικρές παραστάσεις, μέχρι τον Σεπτέμβριο 1968 που εμφανίσθηκε για πρώτη φορά σε θέατρο του Μπρόντγουεϊ, στον ρόλο του Τσαν στην παράσταση «The Cuban Thing».
Οι θεατρικές επιτυχίες ακολουθούσαν η μία την άλλη. Άρχισε να παίζει σε έργα του Σαίξπηρ, όπως το «Δύο κύριοι της Βερόνα», ο «Βασιλιάς Ληρ» και ο «Οθέλος». Το 1978 ο Τζούλια αποδέχθηκε τον πρωταγωνιστικό ρόλο στο θεατρικό έργο «Δράκουλας», όπου πήρε εξαιρετικές κριτικές για την ερμηνεία του. Ταυτόχρονα έπαιζε στο «Ημέρωμα της στρίγγλας», με συμπρωταγωνίστρια της Μέριλ Στριπ. Αρχικά οι σχέσεις τους, ήταν αρκετά τεταμένες και υπήρχαν συνεχώς αντιδικίες. Αλλά πολύ σύντομα η σχέση οργής μετατράπηκε σε σχέση στενής φιλίας, μέχρι και το τέλος της ζωής του. Καθώς γινόταν όλο και πιο γνωστός στο Μπρόντγουεϊ, του έγινε η πρόταση να εμφανισθεί τηλεόραση.
Έπαιξε σε δύο τηλεοπτικές σειρές την σαπουνόπερα «Love of Life» και την παιδική σειρά «Σουσάμι άνοιξε». Μετά το θέατρο ακολούθησαν αρκετές κινηματογραφικές επιτυχίες. Ένας από τους καλύτερους ρόλους της καριέρας του, ήταν ένας παθιασμένος πολιτικός κρατούμενος, τον οποίο υποδυόταν στην ταινία «Το φιλί της γυναίκας αράχνης» το 1985. Το 1989 έπαιξε μαζί με τον Άντονι Κουίν στη βιογραφική ταινία για τον Αριστοτέλη Ωνάση όπου υποδύθηκε τον ρόλο του ομώνυμου κροίσου, και ταυτόχρονα υποδύθηκε τον δολοφονηθέντα αρχιεπίσκοπο του Ελ Σαλβαδόρ Όσκαρ Ρομέρο στην ομώνυμη ταινία, η οποία απαγορεύθηκε στη χώρα αυτή από την κυβέρνησή της. Για τη δραστηριότητά του κατά τα έτη 1987-1989, ο Ραούλ Τζούλια τοποθετήθηκε στην κορυφή του καταλόγου των «Πιο πολυάσχολων ηθοποιών του Χόλυγουντ» από το περιοδικό «Variety». Παράλληλα είχε μεγάλη φιλανθρωπική δράση, στον παγκόσμιο οργανισμό κατά της πείνας «The Hunger Project». Μια φορά τον μήνα δώριζε τρόφιμα σε τράπεζα τροφίμων, διαφήμιζε τον οργανισμό στην τηλεόραση και στο ραδιόφωνο, και έκανε τον αφηγητή σε δίγλωσσες παρουσιάσεις του. Το «The Hunger Project» τον αντάμειψε με το «Βραβείο του Παγκόσμιου Πολίτη», ενώ στις 24 Μαρτίου του 1992 τιμήθηκε με το «Βραβείο για το συνειδησιακό θάρρος».
Μια από τις τελευταίες του επιτυχίες ήταν ο ρόλος του Γκόμεζ Άνταμς στις δύο ταινίες «Οικογένεια Άνταμς» που προβλήθηκαν στο κινηματογράφο, το 1991 και 1993, όπου έκαναν τεράστια επιτυχία. Το 1993 διαγνώστηκε με καρκίνο του στομάχου και υποβλήθηκε σε χειρουργική επέμβαση. Μόλις ανάρρωσε και ενώ πίστευε ότι η πορεία της υγείας του πήγαινε καλύτερα, ταξίδεψε στο Μεξικό για τα γυρίσματα της ταινίας «Τhe Burning Season», όπου υποδυόταν τον ρόλο του Τσίκο Μέντες. Για την ερμηνεία του αυτή τιμήθηκε μετά θάνατον τόσο με Βραβείο Χρυσής Σφαίρας και με Βραβείο Έμμυ. Εκεί έπαθε τροφική δηλητηρίαση από σούσι, και μεταφέρθηκε εκτάκτως στο νοσοκομείο του Λος Άντζελες. Μόλις συνήλθε επέστρεψε στο Μεξικό για να συνεχίσει, αλλά είχε χάσει αρκετά κιλά και ήταν σωματικά εξασθενημένος. Παρά την κατάστασή του, δεν το έβαλε κάτω και κατόρθωσε να ολοκληρώσει την ταινία. Τον Οκτώβριο της ίδιας χρονιάς, αφού είχε επιστρέψει πλέον στην Νέα Υόρκη, διακομίστηκε στο νοσοκομείο με οξύ στομαχόπονο, έχοντας ήδη υπογράψει στην επόμενη ταινία του Ρόμπερτ Ροντρίγκεζ «Desperado». Ο ίδιος δεν ανησύχησε ιδιαίτερα. Είχε μάλιστα πάρει το σενάριο μαζί του στο νοσοκομείο για να μελετήσει τον ρόλο του, αλλά η κατάστασή του χειροτέρευσε. Τα σχέδιά του ματαιώθηκαν από αιφνίδιο εγκεφαλικό επεισόδιο, από το οποίο δεν ανάρρωσε ποτέ. Έπεσε σε κώμα για τέσσερις μέρες και την μέρα μάλιστα που ξεκινούσαν τα γυρίσματα του φιλμ, έφυγε από τη ζωή, αναγκάζοντας τους παραγωγούς να τον αντικαταστήσουν την τελευταία κυριολεκτικά στιγμή, αφού υπολόγιζαν πως θα έβγαινε εγκαίρως από το νοσοκομείο.
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου