Είναι μια από τις εμβληματικές ηθοποιούς του Χόλιγουντ, που δεν υπέκυψε ποτέ σε σταριλίκια και τις συμβατικές συμπεριφορές. Γοητευτική όσο λίγες της γενιάς της, απασχόλησε το κοινό με το αστείρευτο ταλέντο της, αλλά και τη συμμετοχή της σε αντιπολεμικές διαμαρτυρίες. Οι Αμερικάνοι τη θαύμαζαν, αλλά ταυτόχρονα, οι πιο ακραίοι την κατηγορούσαν ότι υποστήριζε τον Μπιν Λάντεν και την Αλ Κάιντα, επειδή μιλούσε ενάντια στον πόλεμο του Ιράκ. Έχει συλληφθεί απ’ την αστυνομία, έχει δεχτεί απειλητικά τηλεφωνήματα, ενώ οι καθηγητές των παιδιών της την προειδοποιούσαν συχνά ότι προκαλούσε με τη συμπεριφορά της. Εκείνη όμως παραμένει ατάραχη, όπως έκανε και μερικές δεκαετίες πριν, όταν διαμαρτυρόταν για τον πόλεμο στο Βιετνάμ.
Γεννήθηκε στις 8 Οκτωβρίου 1946. Η οικογένειά της ήταν βαθύτατα καθολική, με 10 παιδιά. Όλα φοίτησαν σε καθολικό σχολείο και μεγάλωσαν με αυστηρές αρχές. Μάταιο κόπος. Η κοπέλα φάνηκε απ’ την αρχή ότι είχε επαναστατικό πνεύμα. Αν και άριστη μαθήτρια, εξαγρίωνε με τη συμπεριφορά της τις καλόγριες, οι οποίες έλεγαν στους γονείς της ότι η νεαρή είχε μέσα της το «προπατορικό αμάρτημα». Σπούδασε φιλοσοφία και αγγλική φιλολογία. Κατά διαστήματα ασχολούνταν και με το μόντελινγκ για να βγάλει λίγα χρήματα. Εμφανίστηκε ακόμα και σε ένα διαφημιστικό φυλλάδιο για το ξενοδοχείο Watergate, που επρόκειτο να γίνει διάσημο με το πολιτικό σκάνδαλο που έριξε την κυβέρνηση του Ρίτσαρντ Νίξον. Δεν είχε καμία επαφή με την υποκριτική, μέχρι τη στιγμή που γνώρισε τον μέλλοντα σύζυγό της, ο οποίος ασχολούνταν φανατικά με το θέατρο.
Κέρδισε τον πρώτο της ρόλο, όταν τον συνόδευσε σε μια οντισιόν και ο σκηνοθέτης αποφάσισε πως την ήθελε στην ταινία του. Από εκείνη τη στιγμή και έπειτα, οι ρόλοι έρχονταν ο ένας μετά τον άλλον. Άρχισε να εμφανίζεται σε σαπουνόπερες, στο πλευρό της Σοφία Λόρεν στην ταινία «Mortadella» και τη δεκαετία του ’70 άφησε ιστορία με το μιούζικαλ «Rocky Horror Picture Show». Ακολούθησαν μερικές ταινίες που απέτυχαν εμπορικά, αλλά μετά ήρθε η «Κούκλα της Νέας Ορλεάνης», η ταινία που προκάλεσε με την 12χρονη πρωταγωνίστριά της, Μπρουκ Σίλντς, η οποία υποδυόταν μία ανήλικη πόρνη. Η κοπέλα της φωτογραφίας υποδύθηκε την μητέρα της. Ήταν μόνο ένας απ’ τους δεκάδες προκλητικούς ρόλους της καριέρας της, όπως το 1985 στην ταινία «The Hunger», που είχε ερωτικές σκηνές με τη Κατρίν Ντενέβ. Ίσως η πιο «κλασσική» ταινία της καριέρας της ήταν το «Θέλμα και Λουίζ» (1991), όπου συμπρωταγωνίστησε με την Τζίνα Ντέιβις. Με την ταινία ήρθε η δεύτερη υποψηφιότητα για Όσκαρ. Έως το τέλος της δεκαετίας του ’90, ήταν υποψήφια για άλλα δύο Όσκαρ και το 1996, κέρδισε επιτέλους το πολυπόθητο αγαλματάκι, για την ταινία «Θα Ζήσω», με συμπρωταγωνιστή τον Σον Πεν.
Γεννήθηκε στις 8 Οκτωβρίου 1946. Η οικογένειά της ήταν βαθύτατα καθολική, με 10 παιδιά. Όλα φοίτησαν σε καθολικό σχολείο και μεγάλωσαν με αυστηρές αρχές. Μάταιο κόπος. Η κοπέλα φάνηκε απ’ την αρχή ότι είχε επαναστατικό πνεύμα. Αν και άριστη μαθήτρια, εξαγρίωνε με τη συμπεριφορά της τις καλόγριες, οι οποίες έλεγαν στους γονείς της ότι η νεαρή είχε μέσα της το «προπατορικό αμάρτημα». Σπούδασε φιλοσοφία και αγγλική φιλολογία. Κατά διαστήματα ασχολούνταν και με το μόντελινγκ για να βγάλει λίγα χρήματα. Εμφανίστηκε ακόμα και σε ένα διαφημιστικό φυλλάδιο για το ξενοδοχείο Watergate, που επρόκειτο να γίνει διάσημο με το πολιτικό σκάνδαλο που έριξε την κυβέρνηση του Ρίτσαρντ Νίξον. Δεν είχε καμία επαφή με την υποκριτική, μέχρι τη στιγμή που γνώρισε τον μέλλοντα σύζυγό της, ο οποίος ασχολούνταν φανατικά με το θέατρο.
Κέρδισε τον πρώτο της ρόλο, όταν τον συνόδευσε σε μια οντισιόν και ο σκηνοθέτης αποφάσισε πως την ήθελε στην ταινία του. Από εκείνη τη στιγμή και έπειτα, οι ρόλοι έρχονταν ο ένας μετά τον άλλον. Άρχισε να εμφανίζεται σε σαπουνόπερες, στο πλευρό της Σοφία Λόρεν στην ταινία «Mortadella» και τη δεκαετία του ’70 άφησε ιστορία με το μιούζικαλ «Rocky Horror Picture Show». Ακολούθησαν μερικές ταινίες που απέτυχαν εμπορικά, αλλά μετά ήρθε η «Κούκλα της Νέας Ορλεάνης», η ταινία που προκάλεσε με την 12χρονη πρωταγωνίστριά της, Μπρουκ Σίλντς, η οποία υποδυόταν μία ανήλικη πόρνη. Η κοπέλα της φωτογραφίας υποδύθηκε την μητέρα της. Ήταν μόνο ένας απ’ τους δεκάδες προκλητικούς ρόλους της καριέρας της, όπως το 1985 στην ταινία «The Hunger», που είχε ερωτικές σκηνές με τη Κατρίν Ντενέβ. Ίσως η πιο «κλασσική» ταινία της καριέρας της ήταν το «Θέλμα και Λουίζ» (1991), όπου συμπρωταγωνίστησε με την Τζίνα Ντέιβις. Με την ταινία ήρθε η δεύτερη υποψηφιότητα για Όσκαρ. Έως το τέλος της δεκαετίας του ’90, ήταν υποψήφια για άλλα δύο Όσκαρ και το 1996, κέρδισε επιτέλους το πολυπόθητο αγαλματάκι, για την ταινία «Θα Ζήσω», με συμπρωταγωνιστή τον Σον Πεν.
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου