«Σε κάθε χώρα το θεατρικό κατεστημένο επηρεάζεται από μία εκλεκτή ομάδα σκηνοθετών. Η Ελλάδα έχει μεταξύ των εκλεκτών της, τον Ανδρέα Βουτσινά». Με αυτά τα εγκωμιαστικά λόγια ο Ζυλ Ντασέν περιέγραφε τη δράση και την επιρροή του διεθνούς φήμης σκηνοθέτη. O Ανδρέας Βουτσινάς ήταν από τους λίγους Έλληνες σκηνοθέτες που άφησε τόσο έντονα το στίγμα του σε διεθνείς παραγωγές. Σκηνοθέτησε δεκάδες θεατρικά έργα στο Λονδίνο, στο Παρίσι, στη Ν. Υόρκη και στον Καναδά. Έπαιξε ως ηθοποιός στο Μπρόντγουεϊ και συνεργάστηκε με μερικά από τα πιο μυθικά πρόσωπα του Χόλιγουντ, όπως η Μέρλιν Μονρόε, ο Τζέιμς Ντην και ο Μάρλον Μπράντο. Στο ελληνικό θέατρο εμφανίστηκε στα τέλη του ’70, ενώ υπήρξε μια εποχή που δεν υπήρχε μέσο ενημέρωσης που να μην τον κυνηγούσε έστω για μία του δήλωση.
Το ξύλο στο σχολείο και η αγάπη για το θέατρο
H αγάπη του για το θέατρο φάνηκε από όταν ήταν πιτσιρικάς. Ως παιδί προσπαθούσε να πείσει τους φίλους του να ανέβουν στην ταράτσα και να παίξουν θέατρο, δίνοντας τους το κομμάτι ψωμί που κρατούσε για να φάει. Πρώτη φορά ανέβηκε στο σανίδι σε μικρή ηλικία. Ήταν ναυτοπρόσκοπος και η γυναίκα του αρχηγού του ήταν η Ρίτα Μυράτ. Στο θέατρο Μουσούρη χρειάζονταν ένα πιτσιρίκι στο έργο, που θα κουβαλούσε τις βαλίτσες. Ο μικρός Ανδρέας ήταν αυτός που ανέλαβε αυτή τη δουλειά και έτσι κάθε βράδυ είχε τη δυνατότητα να κυκλοφορεί ανάμεσα στη Ρίτα Μυράτ, τη Μαρία Φωκά και την Έλλη Λαμπέτη.
Γεννημένος στο Χαρτούμ του Σουδάν το 1932, μεγαλώνει στην Αθήνα με τη μητέρα του, καθώς ο πατέρας του μένει πίσω στην Αβησσυνία. Από μικρός ο Βουτσινάς ένιωθε «ότι έπαιζε τον μεγάλο» και ότι είχε την ευθύνη να «είναι ο άνδρας του σπιτιού», γεγονός που όπως έχει δηλώσει του κόστισε τα παιδικά του χρόνια. Στο σχολείο, δεν ήταν καλός μαθητής και ακόμη χειρότερα, έγραφε με το αριστερό χέρι και ήταν δυσλεκτικός. Ως αριστερόχειρας έφαγε πολύ ξύλο από τις δασκάλες του, για να χρησιμοποιεί το πολιτικά «σωστό» χέρι, δηλαδή το δεξί. Αισθανόταν τόσο ένοχος που έκρυβε το αριστερό του χέρι πίσω από την πλάτη. Στα 19 του έκανε ιδιαίτερα με τον Κάρολο Κουν, ο οποίος του έμαθε ένα μονόλογο από τον Ριχάρδο Β’ του Σαίξπηρ. Με τα ελάχιστα αγγλικά που γνώριζε, έδωσε εξετάσεις και πέρασε στη Δραματική Σχολή Old Vic του Λονδίνου. Οι υποψήφιοι της σχολής ήταν 12.000 και ο Ανδρέας Βουτσινάς ήταν ένας από τους 12 εκλεκτούς.
Έτρωγε ποπ κορν από το πάτωμα
Ο Βουτσινάς άκουσε τις ευοίωνες προβλέψεις των καθηγητών του και τις έκανε πράξη. Έγινε μέλος του σαιξπηρικού φεστιβάλ του Καναδά, που συνήθως προσλάμβανε μόνο Άγγλους ηθοποιούς, ακολούθησε τον θίασο του Τάιρον Γκάρθι, παίζοντας τον αγγελιαφόρο στον Οιδίποδα με τον Τζέιμς Μέισον και ετοιμαζόταν να αφήσει το στίγμα του και στη Νέα Υόρκη. Έφτασε στην πόλη το 1954 για να παρακολουθήσει μαθήματα στη σχολή του Λη Στράσμπεργκ. Ήταν μία σχολή που προετοίμαζε τους υποψηφίους που θα έδιναν εξετάσεις στο Actor’s. Πλήρωνε 30 δολάρια το μήνα και ζούσε σε μικρό δωμάτιο. «Ήταν μία ντουλάπα που την είχα μετατρέψει σε δωμάτιο σε μια πολυκατοικία συνταξιούχων.
Στο διάδρομο υπήρχε ένα κοινό ψυγείο για όλους. Άνοιγα και έτρωγα λίγο φαγητό από όλους», έχει δηλώσει σε συνέντευξη του στον Παύλο Παπαδόπουλο. Για να επιβιώσει δούλεψε ως ταξιθέτης, ενώ πολλές φορές για να φάει το βράδυ μάζευε το πεσμένο ποπ κορν. «Έκανα οποιαδήποτε δουλειά. Ακόμη και όταν ήξερα πως κάποιος χρειαζόταν με μία τιμή, να ξαπλώσει δίπλα μου και να κάνει ό,τι θέλει ήμουν έτοιμος να το κάνω. Και το’ κανα», είχε εξομολογηθεί.
Ο Βουτσινάς βρισκόταν στην Αμερική, όταν κατά τη διάρκεια της δικτατορίας έχασε και τους δύο γονείς του. Οι ελληνικές αρχές δεν του επέτρεψαν να έρθει στην Ελλάδα. Ήταν φακελωμένος ως κομμουνιστής, κάτι που δεν ίσχυε. Είχε παίξει δίπλα στην Ντέλφινγκ Σέρινγκ, η οποία ήταν γνωστή κομμουνίστρια και έτσι χαρακτηρίστηκε και ο ίδιος.
Γιατί ενέκρινε τον Ρόμπερντ Ντε Νίρο ως ηθοποιό
Στις εξετάσεις του Actor’s Studio χειρίστηκε έξυπνα την υποψηφιότητα του. Εξετάστηκε σε ένα κομμάτι του Τσέχωφ. Η κριτική επιτροπή εντυπωσιάστηκε. Ένα από τα μέλη της ήταν Ο Ελία Καζάν, ο οποίος είπε στους υπόλοιπους: «Δεν ξέρω αν θα γίνει ηθοποιός ή σκηνοθέτης αλλά είμαι σίγουρος ότι δεν πρόκειται να περάσει ποτέ απαρατήρητος. Σύντομα έγινε δάσκαλος και ισόβιο μέλος του Actor’s. Παρακολούθησαν τα μαθήματα υποκριτικής του ή συνεργάστηκαν μαζί του τα μεγαλύτερα αστέρια του Χόλυγουντ, όπως η Μέρλιν Μονρόε, ο Τζέιμς Ντιν, ο Μάρλον Μπράντο, Τζέιν Φόντα.
Ο Ανδρέας Βουτσινάς ήταν παράλληλα αυτός που έδωσε το πράσινο φως σε νεαρούς πρωτοεμφανιζόμενους να γίνουν ηθοποιοί. Τα ονόματα τους ήταν Αλ Πατσίνο, Ρόμπερτ Ντε Νίρο και Ντάστιν Χόφμαν. Είχαν την έγκριση του «κύριου Βουτσινά», ο διευθυντής της σχολής ωστόσο είχε αντίθετη γνώμη. Ο Βουτσινάς όμως δικαιολογούσε την επιλογή του. Είχε κουραστεί να βλέπει να περνάει από μπροστά του το πρότυπο του ξανθού με τα γαλάζια μάτια. Από τους τρεις νεαρούς, αυτός που του έκανε εντύπωση ήταν ο Ρόμπερτ Ντε Νίρο. «Πιστεύω είναι ένας από τους μεγαλύτερους ηθοποιούς που υπάρχουν», είχε γράψει στην αυτοβιογραφία του. Το 1962 κάνει το σκηνοθετικό ντεμπούτο του στο Μπρόντγουει μαζί με την Τζέιν Φόντα. Η ηθοποιός ήταν μία από τους μεγάλους του έρωτες. H σχέση κράτησε 3 χρόνια. Όταν τον άφησε του είπε: «Δεν μπορώ να ζω με έναν καθρέφτη, που δείχνει συνέχεια τα λάθη μου».
Είδε το γιο του για πρώτη φορά στα 11 του χρόνια
Μπορεί η σχέση του με την Φόντα να έγινε γνωστή, αλλά γενικά η προσωπική του ζωή δεν είχε ιδιαίτερη προβολή. Ο Βουτσινάς είχε ένα γιο, το Μάριο, τον οποίο αντίκρισε για πρώτη φορά το 1965. «Δεν γνωρίζαμε ότι ο Ανδρέας είχε γιο», είχε πει η διάσημη ηθοποιός Μαντλέν Σέργουντ. Τον έβλεπε σπάνια, καθώς ζούσε στην Ελλάδα και μεγάλωνε με τη μητέρα του, Άρτεμις Παπαστρατή, την οποία είχε παντρευτεί στο Λονδίνο πριν φοιτήσει στην σχολή Actor’s. Η δεύτερη τους συνάντηση ήταν το 1972 στην σχολή υποκριτικής που είχε ιδρύσει στο Παρίσι. Από το γαλλικό κράτος παρασημοφορήθηκε τέσσερις φορές για την προσφορά του στο θέατρο. Μία από τις μεγάλες του επιτυχίες του γαλλικού θεάτρου ήταν η Δεσποινίς Τζούλια του Βουτσινά με τη Φάνυ Αρντάν. Το 1983 του τηλεφώνησε η Ζωή Λάσκαρη και τον ρώτησε αν θα ανοίξει παρόμοια σχολή και στην Ελλάδα. Της είχε απαντήσει ότι δεν σκόπευσε καθώς οι Έλληνες ηθοποιοί νομίζουν ότι τα ξέρουν όλα. Λίγο αργότερα πήγε στο σπίτι της Νόνικας Γαληνέα και της είπε «με πήρε μια Λάσκαρη την ξέρεις;».
Η Γαληνέα, παλιά του φίλη, ήταν αυτή που που τον έφερε στην Αθήνα για την παράσταση «Κάθε χρόνο τέτοια μέρα». Λίγα χρόνια αργότερα ο Ζυλ Ντασέν το ’78 του ζητάει να υποδυθεί τον σκηνοθέτη, στην Κραυγή Γυναικών, δίπλα στη Μερκούρη. Παράτησε τα πάντα για να παίξει δίπλα της. Στην Ελλάδα μεγαλούργησε με παραστάσεις στο Κρατικό Θέατρο Βορείου Ελλάδος. Άλλωστε η Μερκούρη είχε πει «Το ΚΘΒΕ δεν επιδοτείται από το κράτος. Επιδοτείται από το Βουτσινά». Ο διεθνούς φήμης σκηνοθέτης πέθανε στις 8 Ιουνίου του 2010. Είχε εκφράσει την επιθυμία η σορός του να καεί και η στάχτη να διασκορπιστεί στο Αρχαίο Θέατρο της Επιδαύρου. Η σορός μεταφέρθηκε στη Βουλγαρία για αποτέφρωση. Στις 22 Αυγούστου 2010, ανήμερα των γενέθλιων του, φίλοι, συνεργάτες και ο γιος του πραγματοποίησαν την επιθυμία του, απελευθερώνοντας τις στάχτες του στο Αρχαίο Θέατρο της Επιδαύρου.
Το ξύλο στο σχολείο και η αγάπη για το θέατρο
H αγάπη του για το θέατρο φάνηκε από όταν ήταν πιτσιρικάς. Ως παιδί προσπαθούσε να πείσει τους φίλους του να ανέβουν στην ταράτσα και να παίξουν θέατρο, δίνοντας τους το κομμάτι ψωμί που κρατούσε για να φάει. Πρώτη φορά ανέβηκε στο σανίδι σε μικρή ηλικία. Ήταν ναυτοπρόσκοπος και η γυναίκα του αρχηγού του ήταν η Ρίτα Μυράτ. Στο θέατρο Μουσούρη χρειάζονταν ένα πιτσιρίκι στο έργο, που θα κουβαλούσε τις βαλίτσες. Ο μικρός Ανδρέας ήταν αυτός που ανέλαβε αυτή τη δουλειά και έτσι κάθε βράδυ είχε τη δυνατότητα να κυκλοφορεί ανάμεσα στη Ρίτα Μυράτ, τη Μαρία Φωκά και την Έλλη Λαμπέτη.
Γεννημένος στο Χαρτούμ του Σουδάν το 1932, μεγαλώνει στην Αθήνα με τη μητέρα του, καθώς ο πατέρας του μένει πίσω στην Αβησσυνία. Από μικρός ο Βουτσινάς ένιωθε «ότι έπαιζε τον μεγάλο» και ότι είχε την ευθύνη να «είναι ο άνδρας του σπιτιού», γεγονός που όπως έχει δηλώσει του κόστισε τα παιδικά του χρόνια. Στο σχολείο, δεν ήταν καλός μαθητής και ακόμη χειρότερα, έγραφε με το αριστερό χέρι και ήταν δυσλεκτικός. Ως αριστερόχειρας έφαγε πολύ ξύλο από τις δασκάλες του, για να χρησιμοποιεί το πολιτικά «σωστό» χέρι, δηλαδή το δεξί. Αισθανόταν τόσο ένοχος που έκρυβε το αριστερό του χέρι πίσω από την πλάτη. Στα 19 του έκανε ιδιαίτερα με τον Κάρολο Κουν, ο οποίος του έμαθε ένα μονόλογο από τον Ριχάρδο Β’ του Σαίξπηρ. Με τα ελάχιστα αγγλικά που γνώριζε, έδωσε εξετάσεις και πέρασε στη Δραματική Σχολή Old Vic του Λονδίνου. Οι υποψήφιοι της σχολής ήταν 12.000 και ο Ανδρέας Βουτσινάς ήταν ένας από τους 12 εκλεκτούς.
Έτρωγε ποπ κορν από το πάτωμα
Ο Βουτσινάς άκουσε τις ευοίωνες προβλέψεις των καθηγητών του και τις έκανε πράξη. Έγινε μέλος του σαιξπηρικού φεστιβάλ του Καναδά, που συνήθως προσλάμβανε μόνο Άγγλους ηθοποιούς, ακολούθησε τον θίασο του Τάιρον Γκάρθι, παίζοντας τον αγγελιαφόρο στον Οιδίποδα με τον Τζέιμς Μέισον και ετοιμαζόταν να αφήσει το στίγμα του και στη Νέα Υόρκη. Έφτασε στην πόλη το 1954 για να παρακολουθήσει μαθήματα στη σχολή του Λη Στράσμπεργκ. Ήταν μία σχολή που προετοίμαζε τους υποψηφίους που θα έδιναν εξετάσεις στο Actor’s. Πλήρωνε 30 δολάρια το μήνα και ζούσε σε μικρό δωμάτιο. «Ήταν μία ντουλάπα που την είχα μετατρέψει σε δωμάτιο σε μια πολυκατοικία συνταξιούχων.
Στο διάδρομο υπήρχε ένα κοινό ψυγείο για όλους. Άνοιγα και έτρωγα λίγο φαγητό από όλους», έχει δηλώσει σε συνέντευξη του στον Παύλο Παπαδόπουλο. Για να επιβιώσει δούλεψε ως ταξιθέτης, ενώ πολλές φορές για να φάει το βράδυ μάζευε το πεσμένο ποπ κορν. «Έκανα οποιαδήποτε δουλειά. Ακόμη και όταν ήξερα πως κάποιος χρειαζόταν με μία τιμή, να ξαπλώσει δίπλα μου και να κάνει ό,τι θέλει ήμουν έτοιμος να το κάνω. Και το’ κανα», είχε εξομολογηθεί.
Ο Βουτσινάς βρισκόταν στην Αμερική, όταν κατά τη διάρκεια της δικτατορίας έχασε και τους δύο γονείς του. Οι ελληνικές αρχές δεν του επέτρεψαν να έρθει στην Ελλάδα. Ήταν φακελωμένος ως κομμουνιστής, κάτι που δεν ίσχυε. Είχε παίξει δίπλα στην Ντέλφινγκ Σέρινγκ, η οποία ήταν γνωστή κομμουνίστρια και έτσι χαρακτηρίστηκε και ο ίδιος.
Γιατί ενέκρινε τον Ρόμπερντ Ντε Νίρο ως ηθοποιό
Στις εξετάσεις του Actor’s Studio χειρίστηκε έξυπνα την υποψηφιότητα του. Εξετάστηκε σε ένα κομμάτι του Τσέχωφ. Η κριτική επιτροπή εντυπωσιάστηκε. Ένα από τα μέλη της ήταν Ο Ελία Καζάν, ο οποίος είπε στους υπόλοιπους: «Δεν ξέρω αν θα γίνει ηθοποιός ή σκηνοθέτης αλλά είμαι σίγουρος ότι δεν πρόκειται να περάσει ποτέ απαρατήρητος. Σύντομα έγινε δάσκαλος και ισόβιο μέλος του Actor’s. Παρακολούθησαν τα μαθήματα υποκριτικής του ή συνεργάστηκαν μαζί του τα μεγαλύτερα αστέρια του Χόλυγουντ, όπως η Μέρλιν Μονρόε, ο Τζέιμς Ντιν, ο Μάρλον Μπράντο, Τζέιν Φόντα.
Ο Ανδρέας Βουτσινάς ήταν παράλληλα αυτός που έδωσε το πράσινο φως σε νεαρούς πρωτοεμφανιζόμενους να γίνουν ηθοποιοί. Τα ονόματα τους ήταν Αλ Πατσίνο, Ρόμπερτ Ντε Νίρο και Ντάστιν Χόφμαν. Είχαν την έγκριση του «κύριου Βουτσινά», ο διευθυντής της σχολής ωστόσο είχε αντίθετη γνώμη. Ο Βουτσινάς όμως δικαιολογούσε την επιλογή του. Είχε κουραστεί να βλέπει να περνάει από μπροστά του το πρότυπο του ξανθού με τα γαλάζια μάτια. Από τους τρεις νεαρούς, αυτός που του έκανε εντύπωση ήταν ο Ρόμπερτ Ντε Νίρο. «Πιστεύω είναι ένας από τους μεγαλύτερους ηθοποιούς που υπάρχουν», είχε γράψει στην αυτοβιογραφία του. Το 1962 κάνει το σκηνοθετικό ντεμπούτο του στο Μπρόντγουει μαζί με την Τζέιν Φόντα. Η ηθοποιός ήταν μία από τους μεγάλους του έρωτες. H σχέση κράτησε 3 χρόνια. Όταν τον άφησε του είπε: «Δεν μπορώ να ζω με έναν καθρέφτη, που δείχνει συνέχεια τα λάθη μου».
Είδε το γιο του για πρώτη φορά στα 11 του χρόνια
Μπορεί η σχέση του με την Φόντα να έγινε γνωστή, αλλά γενικά η προσωπική του ζωή δεν είχε ιδιαίτερη προβολή. Ο Βουτσινάς είχε ένα γιο, το Μάριο, τον οποίο αντίκρισε για πρώτη φορά το 1965. «Δεν γνωρίζαμε ότι ο Ανδρέας είχε γιο», είχε πει η διάσημη ηθοποιός Μαντλέν Σέργουντ. Τον έβλεπε σπάνια, καθώς ζούσε στην Ελλάδα και μεγάλωνε με τη μητέρα του, Άρτεμις Παπαστρατή, την οποία είχε παντρευτεί στο Λονδίνο πριν φοιτήσει στην σχολή Actor’s. Η δεύτερη τους συνάντηση ήταν το 1972 στην σχολή υποκριτικής που είχε ιδρύσει στο Παρίσι. Από το γαλλικό κράτος παρασημοφορήθηκε τέσσερις φορές για την προσφορά του στο θέατρο. Μία από τις μεγάλες του επιτυχίες του γαλλικού θεάτρου ήταν η Δεσποινίς Τζούλια του Βουτσινά με τη Φάνυ Αρντάν. Το 1983 του τηλεφώνησε η Ζωή Λάσκαρη και τον ρώτησε αν θα ανοίξει παρόμοια σχολή και στην Ελλάδα. Της είχε απαντήσει ότι δεν σκόπευσε καθώς οι Έλληνες ηθοποιοί νομίζουν ότι τα ξέρουν όλα. Λίγο αργότερα πήγε στο σπίτι της Νόνικας Γαληνέα και της είπε «με πήρε μια Λάσκαρη την ξέρεις;».
Η Γαληνέα, παλιά του φίλη, ήταν αυτή που που τον έφερε στην Αθήνα για την παράσταση «Κάθε χρόνο τέτοια μέρα». Λίγα χρόνια αργότερα ο Ζυλ Ντασέν το ’78 του ζητάει να υποδυθεί τον σκηνοθέτη, στην Κραυγή Γυναικών, δίπλα στη Μερκούρη. Παράτησε τα πάντα για να παίξει δίπλα της. Στην Ελλάδα μεγαλούργησε με παραστάσεις στο Κρατικό Θέατρο Βορείου Ελλάδος. Άλλωστε η Μερκούρη είχε πει «Το ΚΘΒΕ δεν επιδοτείται από το κράτος. Επιδοτείται από το Βουτσινά». Ο διεθνούς φήμης σκηνοθέτης πέθανε στις 8 Ιουνίου του 2010. Είχε εκφράσει την επιθυμία η σορός του να καεί και η στάχτη να διασκορπιστεί στο Αρχαίο Θέατρο της Επιδαύρου. Η σορός μεταφέρθηκε στη Βουλγαρία για αποτέφρωση. Στις 22 Αυγούστου 2010, ανήμερα των γενέθλιων του, φίλοι, συνεργάτες και ο γιος του πραγματοποίησαν την επιθυμία του, απελευθερώνοντας τις στάχτες του στο Αρχαίο Θέατρο της Επιδαύρου.
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου